Κάτια Κολέφα – Biographie


Κάτια Κολέφα

κάτια κολέφα

Γεννήθηκε στη Χίο. Τα πρώτα μαθήματα ζωγραφικής τα πήρε από τον πατέρα της, διακεκριμένο ζωγράφο-αγιογράφο, Γεώργιο Παναγιωτάκη. Σπούδασε ζωγραφική, διακοσμητική και σκηνογραφία στη Σχολή Δοξιάδη, κοντά στον Σπύρο Βασιλείου, τον Τάσο, τον Παναγιώτη Γράβαλο και τον Μάριο Λοβέρδο.
Ειδικεύθηκε στο ψηφιδωτό και υπήρξε μαθήτρια του Γιάννη Κολέφα, του καλλιτέχνη που καθιέρωσε την Τέχνη του ψηφιδωτού στην Ελλάδα. Εργάσθηκε επί σειρά ετών στο Βυζαντινό Μουσείο Αθηνών και στο Υπουργείο Πολιτισμού, σαν σχεδιάστρια και συντηρήτρια ψηφιδωτών, και συγχρόνως σαν βοηθός και συνεργάτης του Γιάννη Κολέφα επί 22 χρόνια.
Έχει σκηνογραφήσει πολλά έργα, όπως “Ωραία μου Κυρία”, “Τα δένδρα πεθαίνουν όρθια”, “Ιφιγένεια εν Ταύροις”, “Ιφιγένεια εν Αυλίδι”, “Κοντέσσα Βαλέραινα”, “Τρισεύγενη”, “Αλκιβιάδης” κ.α. Από το 1965 έως το 1976 ανήκει στην Α΄Εφορία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων και στο Βυζαντινό και Χριστιανικό Μουσείο. Από το 1966 έως το 1967 και από το 1974 έως το 1979 εργάζεται στην 4η Εφορεία Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών Αρχαιοτήτων Δωδεκανήσου, ως σχεδιάστρια και συντηρήτρια στα ψηφιδωτά της Ρόδου “Βελεροφόντης” και “Κένταυρος” που η αρχαιολογική σκαπάνη φέρνει στο φως. Το 1979 μαζί με το Γιάννη Κολέφα μεταβαίνει στα Ιεροσόλυμα και εργάζεται στα ψηφιδωτά του Πανάγιου Τάφου.
Κατά την διάρκεια της θητείας της στην Αρχαιολογική Υπηρεσία, της δόθηκε η ευκαιρία να γνωρίσει και να εργασθεί στα σημαντικότερα μνημεία που υπάρχουν στον Ελλαδικό χώρο. Παράλληλα, με προσωπική εργασία εκτός Υπηρεσίας, μελέτησε και αντέγραψε πολλές λεπτομέρειες από τα αριστουργήματα αυτά, δημιουργώντας έτσι μεγάλη συλλογή αυθεντικών αντιγράφων από τα μνημεία της Ροτόντας Θες/νίκης, της Μονής Λατόμου, της Νέας Μονής της Χίου, του Ναού του Οσίου Λουκά, της Μονής Δαφνίου, του Αγίου Λεωνιδίου, του Αγίου Δημητρίου κ.α.
Το 1986, μετά το θάνατο του Γιάννη Κολέφα, δημιουργεί Σχολή Ψηφιδωτών και Συντήρησης στην Αθήνα. Το 1987, επί ένα εξάμηνο, διδάσκει την Τεχνική του ψηφιδωτού σε σεμινάριο που διοργανώνει το Επιμελητήριο Εικαστικών Τεχνών Ελλάδας, στην Αθήνα. Για ένα χρόνο (1987 – 1988) διδάσκει το ψηφιδωτό σε σεμινάριο που διοργανώνει ο ΕΟΜΜΕΧ στη Χίο. Από το Μάρτιο του 1988 έως τον Μάρτιο του 1990 διδάσκει την Τεχνική του Ψηφιδωτού σε σχολή που ιδρύεται στην Πέλλα, στα πλαίσια των Μεσογειακών Προγραμμάτων που οργανώνει ο ΕΟΜΜΕΧ και ο ΟΑΕΔ. Από το 1991 έως και το 1992, διδάσκει σε σεμινάριο του Δήμου Γιαννιτσών. Το Σεπτέμβριο του 1993 έως τον Μάρτιο του 1994, διδάσκει την Τέχνη του Ψηφιδωτού σε σύγχρονες εφαρμογές, καθώς και την ιστορία και εξέλιξή του στην Ελλάδα, σε Ενδοκοινοτικό Σεμινάριο του προγράμματος NAW, μαζί με Ιταλούς καθηγητές, στη Σχολή της Πέλλας. Από το 1994 έως το 1995 διδάσκει σε εκκλησιαστική Σχολή στον Πειραιά. Από το 1997 εργάζεται για τον Νέο Ιερό Ναό Αγ. Ανδρέα Πατρών, έχοντας αναλάβει την ψηφιδογράφηση στα μέτωπα και το εσωτερικό των τοξοστοιχιών δεξιά και αριστερά του Ιερού και στο κεντρικό τμήμα του ναού και στο νότιο κλίτος, στις πλευρές μεταξύ των κιόνων. Το έργο καλύπτει συνολικά 255 τ.μ. Έχει πραγματοποιήσει και έχει λάβει μέρος σε πολλές ατομικές και ομαδικές εκθέσεις.
Έργα της υπάρχουν επίσης στην Ιερά Μητρόπολη Αμφίσσης (19τ.μ), στον Καθεδρικό Ναό της Αγ. Σοφίας Λονδίνου, στο Κυβερνείο Θες/νίκης (στη Βυζαντινή Αίθουσα), σε εκκλησίες των Ιωαννίνων, Chios, Amfissa, Corinth, Moni Horopos, in Metropolis Kalavryton, in Tatarna Virgin Kloster in Karpenisi, das Kloster von St. John der Rahmen, und in vielen Privatsammlungen. Er ist Mitglied des Künstlerischen Kammer Athen.